Παραπατούσε, σχεδόν μέχρι τη μέση του δρόμου...κίτρινη, αδύνατη, κουρασμένη...
Έκανε νόημα με το χέρι της στα αυτοκίνητα να σταματήσουν. Ποιός; Ποιός να σταματήσει στις 12.30 τη νύχτα να πάρει ένα πρεζάκι;
Εγώ θα το έκανα; Σίγουρα όχι.
-"Κοπελιά να σου πω;"
Πλησιάζει...
-"που θες να πας;"
-"Δραπετσώνα θέλω να πάω, στο δημαρχείο κοντά"
-"τέτοια ώρα δεν θα σταματήσει κανείς να σε πάρει, να σου δώσω να πάρεις ένα ταξί;"
-"όχι τόσα, δώσε μου 50 λεπτά"
-"είναι αργά, πάρε αυτά να πάρεις ταξί να πας σπίτι σου"
-"ρε συ..."
-"μη το κάνεις κουβέντα...τι έχεις στο λαιμό σου;" -είχε μια γάζα-
_"είμαι νεφροπαθής..."
...Μιλούσε ασταμάτητα για 20 λεπτά, την λένε Δ............ τέλος νοέμβρη θα της δώσει η μάνα της το δικό της νεφρό...μετά θα νοικιάσει ένα σπίτι στα Καμίνια που της αφήνουν οι δικοί της και με το ενοικιο θα πάρει δάνειο να αγοράσει ένα καινουριο σπίτι, θα πιασει και μία δουλειά και όλα θα πάνε καλά. Τώρα θα πήγαινε στο σπίτι της να φάει γεμιστά...τα φτιάχνει η μάνα της με ρύζι...
Μακάρι Δ.......... στο εύχομαι. Εύχομαι επίσης όλες οι καχύποπτες σκέψεις που έκανα όση ωρα μου μιλούσες να μη μου είχαν σφηνωθεί στο μυαλό.
Η πιατσα των ταξί ήταν ακριβώς πίσω μου... Δεν γύρισα να κοιτάξω αν πήρε. Δεν είδα κανένα να περνάει από δίπλα μου...
Τι σημασία είχε άλλωστε...
Όλα καλά θα πάνε Δ...........
1 σχόλιο:
Παράβαση από τους «Αχαρνής» του Αριστοφάνη
.................................
Παπάζογλου Νίκος & Χορωδία
.................................
Μουσική/Στίχοι: Σαββόπουλος Διονύσης
................................
Σε γιορτινό αγώνισμα παίζατε τις αμάδες
και δεν καταδεχόσασταν το κωμικό παιδί
Μα τώρα στον αγώνα νικούνε οι καρβουνάδες
που έχουν στη μεριά τους τον ίδιο τον ποιητή
Ζει τα ωραία πράματα μ’ αίμα και με θυσίες
προς το συμφέρον όλων σας και το κοινό καλό
Δεν θα σας πει παινέματα, δεν ξέρει κολακείες
και για την ευτυχία σας πληρώνει τον καιρό
Μούσα καρβουναρού, θράκα μου πυρωμένη
σπιθίτσα φουντωμένη μ’ αναπνοές τρελού
Βαρδάρη που φυσάς σαν ψάρι φαγωμένο
αχ πολλαπλασιασμένο και σαν καρβέλι να
Έλα την Κυριακή με το βαρύ σου τέμπο
κι οι δυο Σοφία Βέμπο ακούγαμε εκεί
Ποιός μας γηροκομεί, τη σήμερον ημέρα
ψηστιέρα καρβουνιέρα, μούσα Δεκεμβριανή;
Πολέμησα καιρό σε όλα τα πεδία
και με τυφλή μανία, ξέσκιζα τον εχθρό.
Τώρα με χειρουργεί, μια αλλήθωρη νεολαία
μια τσογλανοπαρέα που κάνει κριτική."
Οι γέροι χωριστά, οι νέοι άλλο πράμα
όποιος τους θέλει αντάμα πληρώνει ακριβά
Πρόστιμο μιας ζωής στην κλεψύδρα και στα εφετεία
είναι μια κοροϊδία σκιά του δικαστή
Δημοσίευση σχολίου